Ο Yochai Benkler μιλάει για την αυτονομία τον έλεγχο και την πολιτιστική εμπειρία

Μια συνέντευξη που αξίζει την προσοχή σας. Για τους επισκέπτες που δεν έχουν την δυνατότητα να την παρακολουθήσουν εξαιτίας γλωσσικών φραγμών, προσπαθώ να παραθέσω μια ελεύθερη παρουσίαση των ιδεών της, ελπίζω χωρίς να αλλοιώνω το αρχικό περιεχόμενο.

Μιλώντας για αυτονομία, με τον ποιό απλό τρόπο εννοούμε τη δυνατότητα να δημιουργούμε από μόνοι μας, για εμάς και χωρίς να χρειάζεται να ζητήσουμε την άδεια κάποιου ή οι ενέργειές μας να υποβάλονται στον έλεγχο κάποιο άλλου. Η βιομηχανική οικονομία της πληροφορίας μετατόπισε τον έλεγχο της εμπειρίας σε λίγα χέρια καθώς τα μέσα παραγωγής της συγκεντρώθηκαν σε λίγους εμπορικούς παραγωγούς. Με το τρόπο αυτό η εμπειρία έγινε περισσότερο ελεγχόμενη όπως και η κοινωνική συζήτηση, μετατρέποντας την πλειονότητα σε παθητικούς λήπτες – καταναλωτές. Η οποιαδήποτε προσπάθεια συμμετοχής σαν παραγωγός πολιτισμού σε μεγάλο βαθμό προϋποθέτει την ανάγκη της λήψης κάποιας μορφής άδειας απ’ αυτούς που ελέγχουντα μέσα.

Η μεγάλη αλλαγή σήμερα, είναι ότι μέσα από την αλλαγή της τεχνολογίας τόσο την ψηφιακή όσο και αυτή των δικτύων, οι άνθρωποι μπορούν να βρουν περισσότερη πληροφορία, να την οικειοποιηθούν και να τη χρησιμοποιήσουν για τη δική τους έκφραση, επικοινωνόντας με τους άλλους και σχηματίζοντας κοινότητες οποτεδήποτε η συνεργασία είναι αναγκαία, χωρίς να εξαρώνται από ένα περιορισμένο αριθμό θεσμών των οποίων την συγκατάθεση θα πρέπει κάθε φορά να αποσπάσουν.

Αυτοί που ασκούσαν (-ασκούν) τον έλεγχο της εμπειρίας, σήμερα αντιστέκονται απέναντι σ’ αυτή την τάση, πολύ απλά γιατί η διατήρηση του ελέγχου είναι πάντα καλή γι’ αυτόν που τον έχει. Σαν αποτέλεσμα εκτυλίσσονται μια σειρά από εκστρατείες, άλλες συνειδητές (όπως του Χόλυγουντ για τα πνευματικά δικαιώματα) άλλες λιγότερο, από ανθρώπους που εκφράζουν περισσότερο μια μορφή άγχους ή φόβου όπως πχ για τα ζητήματα ασφαλείας του διαδικτύου ή το πρόβλημα της εξασφάλισης της ποιότητας, που όμως καταλήγουν να χρησιμεύουν σαν δικαιολογίες για τον εναγκαλισμό και την υποστήριξη του συστήματος ελέγχου που αποσταθεροποιείται από τους σύγχρονους τεχνολογικούς και κοινωνικούς μετασχηματισμούς. Το αποτέλεσμα είναι μερικές φορές να βλέπουμε την προσπάθεια επιβολής νομικών μέτρων και ελέγχου εκεί που δεν είναι πλέον αναγκαία, ή ακόμα μια δημόσια αντιπαράθεση σε μια προσπάθεια να υποστηριχθεί ο ρόλος και η λειτουργία των παραδοσιακών «ελεγκτών».

Ένα από τα σημαντικότερα πεδία που εμφανίζεται το φαινόμενο είναι αυτό της εκπαίδευσης. Για παράδειγμα εκπαιδευτικοί που συμβουλεύουν τους σπουδαστές να μην χρησιμοποιούν εναλλακτικές, ανοικτές πηγές πληροφόρησης όπως η Wikipedia. Και αυτό γιατί μια τέτοια προσέγγιση αποσταθεροποιεί το σύστημα και την βασική αρχή στην οποία είναι δομημένο, δηλαδή ότι ο δάσκαλος είναι κάτοχος της εξουσίας και της αυθεντίας, γνωρίζει επακριβώς ποιό είναι το σύνολο των εγκεκριμένων ή των δυνητικά επιτρεπόμενων δεδομένων. Οι μαθητές πρέπει να αναφέρονται στην αυθεντία και δεν διδάσκεται η οπτική ότι μπορούν να υπάρχουν διάφορες πηγές απέναντι στις οποίες πρέπει πάντα να στεκόμαστε κριτικά σε μια αέναη διαδικασία έρευνας.

Ένα από τα πράγματα που θα πρέπει να συμβεί στα πλαίσια ενός ριζικά αποκεντρωμένου συστήματος είναι ότι θα πρέπει όλοι να μάθουμε ότι πρέπει πάντα να είμαστε κριτικοί αναγνώστες. Αυτό αποτελεί μια ριζική αλλαγή απέναντι στο παραδοσιακό σύστημα που είχαμε συνηθίσει, απαντώντας στο ερώτημα «πως γνωρίζω ότι αυτό είναι αλήθεια;» με την αναδρομή σε κάποια αρχή – αυθεντία (ποιός το είπε; που δημοσιεύθηκε;). Αντίθετα θα πρέπει να αναπτύξουμε νέες δυνατότητες: να μπορούμε να ανατρέχουμε σε πολλαπλές πηγές και κριτικά να τους αποδίδουμε το ιδιαίτερο βάρος τους προκειμένου να καταλήγουμε σε ένα συμπέρασμα χωρίς να αναγνωρίζουμε την πλήρη αυθεντία σε μια πηγή.

Αυτό αποτελεί ένα άλλο πεδίο ελέγχου, που προσπαθεί να πείσει τους ανθρώπους να συνεχίσουν να πιστέουν ότι έχουν απόλυτη ανάγκη την αυθεντία, το «υπεύθυνο» – εντεταλμένο πρόσωπο προκειμένου να αποσαφηνίσει τι είναι αξιόπιστο, τι είναι υψηλής ποιότητας τι είναι κακό ή τι είναι καλό. Στο πεδίο αυτό οι ελέγχοντες σε πολλές περιπτώσεις είναι λιγότερο συνειδητοί (σε σύγκριση για παράδειγμα με το Χόλυγουντ). Οι άνθρωποι που είναι σήμερα δημόσιοι ομιλητές βαθιά μέσα τους συνεχίζουν ως επι το πλείστον να πιστεύουν στις παλιές παραδοσιακές αξίες που τους αποδίδουν εξουσία και σημασία.

Βλεπουμε λοιπόν διάφορα δείγματα αντίστασης των «ελεγχόντων» που αποσκοπούν να συνεχίσουν την αναπαραγωγή των παλαιών μοντέλων προσπαθώντας ταυτόχρονα να διατηρήσουν τα προνόμια που κατέχουν μέσα στο σύστημα.